Είναι Μεγάλη Τρίτη, βράδυ. Είχα πάει στην εκκλησία. Πάντα μου άρεσε το «Τροπάριο της Κασσιανής», ύμνος μοναδικός, γραμμένος από μια γυναίκα σπάνιας εξυπνάδας και μόρφωσης.
Γύρισα σπίτι και έβαλα να ακούσω ειδήσεις. Με έκπληξη, ευχάριστη στ? αλήθεια, άκουσα ότι ο Μητροπολίτης Μεσσογαίας διαμεσολάβησε να αποκλιμακωθεί η ένταση μεταξύ Κυβέρνησης και κατοίκων της Κερατέας και τα κατάφερε.
Συμφωνήθηκε να απομακρυνθούν τα «μπλόκα» από τη μια πλευρά και οι αστυνομικές δυνάμεις από την άλλη.
Όταν τα πράγματα καταλαγιάσουν, μετά το Πάσχα θα συζητηθεί ήρεμα το θέμα ώστε να βρεθεί μια κοινά αποδεκτή λύση. Αυτό είναι το σωστό. Άλλωστε η σημερινή κυβέρνηση βρήκε ένα καθεστώς, με εγκατεστημένους εργολάβους και το συνέχισε, αφού «το κράτος έχει συνέχεια» στη δημοκρατία.
Όμως, αυτή η κυβέρνηση έχει σαν αρχή και πιστεύω της «την διαβούλευση» και λαμβάνει σοβαρά υπ? όψη της την άποψη των πολιτών. Έτσι και τώρα είναι ευκαιρία να ακούσει την αντιπρόταση τους για κάτι που άμεσα τους αφορά. Προσωπικά θεωρώ ότι όχι μόνο δεν είναι λάθος αλλά λύση, που θα έπρεπε να ακολουθηθεί στις περισσότερες περιοχές της χώρας και εννοώ την «αεριοποίηση των απορριμμάτων» κάτι παρόμοιο με εκείνη της Βιέννης αλλά και άλλων περιοχών της Ευρώπης, που έχουν ήδη λύση το πρόβλημα.
Αυτή η διαμεσολάβηση της εκκλησίας άφησε πολύ καλές εντυπώσεις, ακόμη και σε εκείνους που δεν διάκεινται ευμενώς απέναντί της.
Μεγάλη εβδομάδα και ένα μήνυμα «αγάπης» μόλις στάλθηκε, από εκείνους που έχουν την «εξουσιοδότηση» να το κάνουν, προς εκείνους που έχουν ανάγκη να το δεχθούν.
Γεννήθηκε ελπίδα.
Μέσα στο κλίμα αυτής της εβδομάδας, όλα τα πάθη αμβλύνονται, οι ψυχές μαλακώνουν. Το «θείο Δράμα» επιδρά καταλυτικά στις ανθρώπινες συμπεριφορές.
Τελικά, δύσκολα μπορείς να ξεφύγεις από τα συναισθήματα στα οποία σε υποβάλει, αυτή η εβδομάδα.
Καθένας από μας έχει τον δικό του λόγο και αιτία για να κατανοήσει το δράμα του θεανθρώπου. Όλοι λίγο πολύ έχουν γευτεί την δυστυχία για διαφορετική αιτία και με διαφορετική ένταση όμως αρκετά ισχυροί για τα ανθρώπινα μέτρα. Απλοί θνητοί, χτυπημένοι από αρρώστιες, αδόκητους θανάτους, προδομένοι, ζήσανε ή ζουν το δικό τους δράμα και περιμένουν και ελπίζουν στην δική τους, ψυχική ανάσταση.
Όταν ήμουν μικρή αναρωτιόμουν γιατί οι μάνες την Μεγάλη Παρασκευή δακρύζουν στο άκουσμα του ύμνου: «Ω! Γλυκύ μου έαρ, γλυκύτατον μου τέκνον, που έσυ σου το κάλλος». Τώρα πια ξέρω. Κατάλαβα τη γιαγιά μου. Έκλεγε για τα κορίτσια της, που δεν πρόλαβε να δει να μεγαλώνουν. Κατάλαβα εκείνες τις μάνες που χάσανε τα παιδιά τους, τις αδερφές τα αδέλφια και τις γυναίκες τους άνδρες τους. Δεν είχε σημασία ο τρόπος και ο λόγος του θανάτου, σημασία είχε το γεγονός του χαμού και για όλους τους λόγους του κόσμου, δίκαιος θάνατος δεν υπάρχει!
Κάθε χαροκαμένη μάνα, ταυτίζεται με τη Παναγία και δακρύζει όταν ακούγεται το: «Πως, εν τάφω οικείς». Δεν πρόκειται ούτε να το καταλάβει ούτε να το παραδεχτεί. Και έχει ανάγκη αυτή την ταύτιση, για να παρηγορηθεί και να συνεχίσει τη ζωή της, ελπίζοντας σε μια κάποια «Ανάσταση». Και δεν είναι μόνο τα άτομα, που έχουν αυτή την ανάγκη, αλλά χώρες και λαοί ολόκληροι, όπου η πείνα, η δίψα και οι αρρώστιες τους αποδεκατίζουν.
Οι εμφύλιοι, κυρίως, πόλεμοι και η ανθρώπινη βουλιμία για εξουσία και πλουτισμό, τους οδηγούν στην καταστροφή και το θάνατο.
Άλλους πάλι λαούς «ελέω συμμάχων», αδίστακτοι δικτατορίσκοι, με ή χωρίς προσωπείο, τους καταδυναστεύουν και τους εξευτελίζουν.
Ακόμη οι φυσικές καταστροφές ή οι ανθρωπογενείς, αποδεικνύουν περίτρανα την αδυναμία του ανθρώπου απέναντι στη ζωογόνα «Φύση» αλλά και στη πιο σκληρή τιμωρό της ανθρώπινης «μωρίας»
Ο καθένας μόνος και όλοι μαζί έχουν ανάγκη να ελπίζουν και για αυτή την ελπίδα, έχουν φτιάξει τον δικό τους «Χριστό», «κατ΄ εικόνα και ομοίωσιν τους».
Δεν θα ξεχάσω, ένα λαϊκό τεχνίτη στην Ουγκάντα, που έφτιαχνε μαύρους εσταυρωμένους Χριστούς. Συγκινήθηκα, μέχρι τότε πίστευα ότι ο Χριστός ήταν λευκός. Αγόρασα έναν, για να μη το ξεχάσω, ότι όπου υπάρχουν άνθρωποι, υπάρχει πόνος αλλά και ελπίδα.
Αυτές τις μέρες όλα στο μυαλό μου, χοροπηδάνε ανακατεμένα, τα ευχάριστα αλλά και τα δυσάρεστα τα χαριτωμένα αλλά και τα αδιάφορα. Η μια μνήμη καλεί την άλλη, κάνουν μια αλυσίδα μέσα στο κεφάλι μου.
Άλλα γεγονότα γίνονται βασανιστικά και άλλα ανακουφιστικά.
Ο χαμός και η έλλειψη των αγαπημένων ανθρώπων με θλίβει. Από την άλλη οι μνήμες των ευτυχισμένων στιγμών και οι μυρωδιές της Μεγάλης Εβδομάδας και του Πάσχα με κάνουν να χαίρομαι νοσταλγικά, επειδή δεν έχουν την ίδια ποιότητα και σημασία, τώρα που είμαστε πια υποψιασμένοι.
Γράφω αυτές τις γραμμές ακούγοντας συγχρόνως τον δίσκο της Γλυκερίας «Ω, γλυκύ μου έαρ» και σιγοτραγουδάω μαζί της: «Ους έθρεψεν το μάννα, εκκίνησαν την πέτρα κατά του ζωοδότου»!
«ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ»! Ό,τι αυτό σημαίνει για τον καθένα από εμάς.