Πριν από μερικές ημέρες δεν είχα ύπνο και ενώ ήταν περασμένη η νύχτα, έβαλα την τηλεόραση για να με «βοηθήσει» ώστε να νυστάξω. Νομίζω ότι είναι μια κοινή γνωστή συνταγή για τέτοιες περιπτώσεις.
Ψάχνοντας στα κανάλια, στάθηκε σε μια εκπομπή σε επανάληψη, του Γιάννη Τζανετάκου με τίτλο «Εξιστορείν και Ιστορείν» , δεν την πρόλαβα από την αρχή, αλλά μου έκανε εντύπωση ο προσκεκλημένος της εκπομπής και ο εμπεριστατωμένος τρόπος που εξιστορούσε τα γεγονότα, ο κύριος Σπύρος Κουζινόπουλος.
Το γεγονός αφορούσε στη ζωή και το θάνατο του Νίκου Νικηφορίδη, ενός αγωνιστή της Ειρήνης.
Έμενε στον Βύρωνα, μαζί με τους γονείς του, που ήταν πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία.
Από 13 χρονών έγινε μέλος της ΕΠΟΝ. Αργότερα συνελήφθη και βασανίστηκε τόσο πολύ που του δημιουργήθηκαν σοβαρά προβλήματα υγείας.
Πήγε εξορία στη Μακρόνησο, όπου «φιλοξενήθηκε» στη «Χαράδρα των Τρελλών», εκεί όπου έστελναν τους πλέον επικίνδυνους, οι οποίοι βίωναν και τις πιο απάνθρωπες συνθήκες.
Αυτή η ντροπή, ευτυχώς σταμάτησε όταν η Μακρόνησος έκλεισε το 1949, επί πρωθυπουργίας Νικολάου Πλαστήρα.
Το 1950, μαζί με εκατομμύρια ανθρώπων απ’ όλο τον κόσμο, υπέγραψε κείμενο για την «Παγκόσμια Ειρήνη και Αφοπλισμό». Για αυτή του την «κομμουνιστική» θέση, κατά την άποψη των κρατούντων, συνελήφθη στη Θεσσαλονίκη, ανήμερα την Πρωτοχρονιά του 1951, μαζί με άλλους που είχαν συνυπογράψει.
Βασανίστηκε ξανά. Προσωπικός του βασανιστής ο γνωστός χουντικός Ιωαννίδης.
Τότε, διοικητής της Θεσσαλονίκης ήταν ο Βαρδουλάκης, γνωστός από την «αντικομμουνιστική» του δράση στην συμπρωτεύουσα.
Πανίσχυρη εκείνη την εποχή, η βασιλική οικογένεια και μάλιστα η βασίλισσα Φρειδερίκη όπου έβλεπε παντού συνωμότες και κατεδίωκε ακόμη και την σκιά της.
Ο τότε πρωθυπουργός, Σοφοκλής Βενιζέλος, πρόβαλε αστήρικτες δικαιολογίες για την σύλληψη του Νικηφορίδη και των υπολοίπων , παρ’ όλες τις αντιδράσεις του αντιπροέδρου της κυβέρνησης Γεωργίου Παπανδρέου.
Ο Νικόλαος Πλαστήρας, αρχηγός της τότε αντιπολίτευσης, εναντιώθηκε σθεναρά με καταγγελίες για τις συλλήψεις.
Ο Νικηφορίδης δικάστηκε από το Έκτακτο Στρατοδικείο και καταδικάστηκε σε θάνατο, με την κατηγορία της «προσπάθειας διάδοσης ανατρεπτικών ιδεών». Δηλαδή η διακήρυξη της Στοκχόλμης για ειρήνη και αφοπλισμό ήταν «ανατρεπτική ιδέα»! Οι υπόλοιποι που συνελήφθησαν μαζί τιμωρήθηκαν με μικρότερες ποινές.
Η μάνα του, σαν όλες τις μάνες, τον παρακάλεσε να κάνει «δήλωση μετανοίας» και να αποποιηθεί τη θέση του για παγκόσμια ειρήνη και αφοπλισμό. Μεταξύ των άλλων, έστειλε και
γράμμα στη Φρειδερίκη, συνηθιζότανε τότε, και ζητούσε «απονομή χάριτος» για τον γιό της.
Ο Νικηφορίδης δεν υπέγραψε τη «δήλωση μετανοίας». Η Φρειδερίκη απάντησε στο αίτημα της μάνας του, ότι: «φροντίζει για την δικαίωσή του», δυο μήνες μετά την εκτέλεσή του.
Εκτελέστηκε, πίσω από το Επταπύργιο, μαζί με έξη αντάρτες, στις 5 Μαρτίου το 1951 και ήταν μόνο 23 χρονών.
Όταν του ζητήθηκε να εκφράσει την τελευταία του επιθυμία, εκείνος ζήτησε να πιαστεί με τους υπόλοιπους χέρι -χέρι και να χορέψουν για τελευταία φορά ένα ελληνικό χορό. Έτσι έγινε.
Αργότερα ο Βασιλικός Επίτροπος, πεθαίνοντας στο νοσοκομείο «Σωτηρία», εξομολογήθηκε ότι:
«Η κατηγορία αλλά και η ποινή που του επιβλήθηκε ήταν κατόπιν πιέσεων».
Μετά από χρόνια και κάποιοι στρατοδίκες παραδέχτηκαν ότι «η ποινή ήταν υπερβολική», αλλά κανείς δεν σκέφθηκε να πει, ότι δεν έπρεπε ούτε καν να συλληφθούν αυτοί οι άνθρωποι, μόνο και μόνο, επειδή ζητούσαν «Ειρήνη και Αφοπλισμό».
Ήταν μια σκληρή εποχή η μετεμφυλιακή περίοδος. Αλίμονο στους φτωχούς και τους αντιφρονούντες. Ήταν μια περίοδος πολιτικών και προσωπικών σκοπιμοτήτων.
Παρακολουθώντας τα γεγονότα από μια απόσταση εξήντα και πλέον χρόνων, δεν μπορείς παρά να αισθανθείς οργή, επειδή είναι αδύνατον να δεχθείς τέτοιες συμπεριφορές από Έλληνες εναντίον Ελλήνων. Θα μου πείτε οι βασιλιάδες και η οικογένειά τους ξένοι ήταν, γιατί να «πονέσουν» τους ντόπιους. Τι τους συνέδεε; Ούτε το αίμα, ούτε η γλώσσα, ούτε η κοινή καταγωγή μα ούτε και η ιστορία τους. Τον εαυτόν τους και το σκήπτρο τους θέλανε να διαφυλάξουν. Να εδραιώσουν την δυναστεία τους και με κάθε τρόπο να την προστατεύσουν. Για αυτούς όλα ήταν νόμιμα. Όσο για τα «εκτελεστικά» τους όργανα, είχαν διάφορους τρόπους για να τα ανταμείψουν.
Ο Νίκος Νικηφορίδης, ήταν ένα τραγικό θύμα της τότε νέας γενιάς του τόπου, που μαρτύρησε και πέθανε για τις ιδέες του.
Γόνος μιας κατατρεγμένης και διωγμένης από τον τόπο της γενιάς, επειδή υπήρξε ο πόλεμος. Ζούσε τα αποτελέσματά του και έπινε γουλιά-γουλιά την αντιπολεμική ιδέα. Τι πιο φυσικό να υπερασπιστεί την ΕΙΡΗΝΗ ακόμη και με την ίδια του την ζωή; Αρνήθηκε να αποποιηθεί αυτή του την αρχή ακόμη και μπροστά στο θάνατο! Άλλωστε, μόνο οι νέοι μπορούν να θυσιαστούν για τις ιδέες τους, οι μεγαλύτεροι συμβιβάζονται. Απορροφημένοι στις καθημερινές τους συνήθειες στις μικροαστικές τους σχέσεις και συμπεριφορές έχοντας σαν αρχή το «έξω από την πόρτα μου και ό,τι θέλει ας γίνει», αδρανοποιούν όλες τους τις αισθήσεις και τα συναισθήματα και αδιαφορούν για όσα κοσμογονικά γίνονται γύρω τους.
Εκείνο που με έχει εξοργίσει είναι ότι κάθε φορά σ’ αυτή την χώρα γίνονται εγκλήματα κάθε μορφής, αλλά κανένας από τους πρωταγωνιστές και τους εκάστοτε κρατούντες, δεν ζήτησε μια «συγνώμη» για τα όσα ανεπίτρεπτα έκανε σε βάρος της.
Κάθε φορά η λήθη και η εξ αυτής συγνώμη, γίνεται κυρίαρχη αρχή και συνοδεύει τις αντιδράσεις των Ελλήνων. Καλό ή κακό αλήθεια;
Καλό θα έλεγα: επειδή η διαιώνιση μιας τέτοιου είδους «βεντέτας», μεταξύ των Ελλήνων, θα ήταν καταστροφική. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι όσα στο παρελθόν μας πόνεσαν και μας κατέστρεψαν, δεν θα μας γίνουν μάθημα και «παράδειγμα προς αποφυγήν», στο μέλλον.
Εκείνα, που θεωρώ ότι είναι μη διαπραγματεύσιμα αγαθά, είναι η Δημοκρατία, η Ειρήνη και η Ελευθερία, για τα οποία πολλοί λαοί αλλά και μεμονωμένα άτομα θυσιάστηκαν.