Το εργασιακό-ασφαλιστικό νομοσχέδιο που κατατέθηκε στο σχεδόν ερειπωμένο Ελληνικό κοινοβούλιο, έρχεται να επιβεβαιώσει τις οριακές στιγμές που βιώνουμε ως χώρα και τον ανεπίστρεπτο δρόμο που πλέον διαβαίνουμε. Ο ψεύτικος πύργος που επιμελώς έχτισαν τις τελευταίες δεκαετίες τα κόμματα εξουσίας σταδιακά καταρρέει, φανερώνοντας τη γύμνια και την ψευτιά ενός σαθρού συστήματος. Ενός συστήματος υποταγμένου σε ξένα συμφέροντα που αδιαφορούν για τον απλό πολίτη. Ανίκανου να δεί και να αγκαλιάσει την καθημερινότητα μιας κοινωνίας που θέλει να πιστέψει και να προσφέρει. Παραδομένου στη βουλιμία μιας ομάδας μοντέρνων λήσταρχων για εξουσία, χρήμα, ασυγκράτητη ζωή, που στις πλάτες τους οι ιδεολογικοί μανδύες άλλαζαν, ανάλογα με τα συμφέροντα της τσέπης ή της κοιλιάς τους.
«Για τη φουκαριάρα τη μάνα του ή το καημένο το τέκνο του που τελειώνει επιστήμονας και πρέπει να χρυσοπληρωθεί», ο ψευτο-σοσιαλισμός που φλυάρησε και ο φιλελευθερισμός του life style που δεν τόλμησε, παρέδωσαν την Ελλάδα στις τεχνοκρατικές και αφυδατωμένες από συναίσθημα ορέξεις του ΔΝΤ, που αθόρυβα επιβάλλει τις απόψεις και τις προσταγές του.
Το ασφαλιστικό ζήτημα στην μεταπολιτευτική Ελλάδα των Χριστοφοράκων και των Μαντέληδων δεν τόλμησε κανείς να το αγγίξει. Βλέπετε, σε αυτό τον τόπο η πολιτική δειλία δυστυχώς περίσσευε. Οι λίγες φωνές που προσπάθησαν να το λύσουν (Γιαννίτσης, Σπράος) δέχθηκαν ομοβροντία πυρών από συντρόφους ή αντιπάλους και αποχώρησαν προβληματισμένοι αλλά όχι ηττημένοι, διότι είχαν πλέον καταλάβει με τι είχαν να κάνουν.
Σήμερα όμως, δεν μιλάμε πλέον για λύση, αλλά για επιβολή. Η αναγκαστική προσγείωση που οι «ανώνυμοι εμπειρογνώμονες» μας επιβάλλουν, δίνει την ευκαιρία στην αχαλίνωτη εργοδοσία να αποθρασυνθεί εντελώς. Απολύοντας διπλάσιους εργαζομένους κάθε μήνα, με διαιτητικά όργανα που ποιός ξέρει εάν θα λειτουργήσουν και ποιόν θα δικαιώσουν. Εισάγοντας αμφιλεγόμενους θεσμούς (μαθητεία) με όρους που ως και οι πέτρες ξέρουν πως δεν πρόκειται να τηρηθούν από τους επιχειρηματίες. Ποιός κρατάει τους υπαλλήλους του μόνο οκτώ ώρες στην επιχείρηση του ή ποιος τους πληρώνει όσες ώρες εργάζονται; Όταν η αποζημίωση του απολυμένου μειώνεται κατά 50%, ποιος στ? αλήθεια πιστεύει πως από αυτό το μέτρο τα έσοδα του κράτους θα αυξηθούν; Η γενιά των 590 ευρώ, πόσα όνειρα πρέπει να πνίξει όταν υποχρεώνεται να δεχτεί αυτήν την εξευτελιστική αμοιβή; Ποια ζωή άραγε την περιμένει και γιατί να μείνει σε αυτή την άτολμη και χρεωμένη χώρα; Ο δρόμος για τη νέα μετανάστευση είναι επικίνδυνα ανοιχτός.
Το πολιτικό σκηνικό, ως συνήθως ταξιδεύει μέσα στο δικό του γαλαξία. Κατηγορεί τον υπουργό Εργασίας, πιέζοντας τον για αλλαγές, όταν ξέρει πως, στο μνημόνιο της υποτέλειας, οι εναλλακτικές επιλογές είναι ελάχιστες. Στριμώχνεται στα νέα ψηφιακά τηλε- παράθυρα και φωνασκεί ή τσακώνεται. Αναζητεί νέο εκλογικό κοινό που ονειρεύεται διορισμό στα κλιματιζόμενα γραφεία της Βουλής που προσφέρουν απεριόριστη θέα στο Σύνταγμα ή στα θερινά στήθη των γραμματέων. Αυτό το αποχαυνωμένο πολιτικό σκηνικό, το βαρυφορτωμένο με μίζες, το βουτηγμένο στην πνιγηρή δυσωδία μιας φτηνής διαφθοράς. Ένα σκηνικό, που όταν κοιτάζεται στον καθρέφτη, έχει συμφιλιωθεί με το «τίποτα» και ψάχνει να βρεί τον «κανένα» που προηγείται στις δημοσκοπήσεις μήπως τον μεταπείσει και τον κάνει σαν τα μούτρα του.
Αυτός ο «κανένας» όμως, είμαστε όλοι εμείς. Εμείς, που δεν έχουμε τηλεφωνικό κέντρο αλλά απλή τηλεφωνική γραμμή την οποία πληρώνουμε χωρίς να περιμένουμε να μας την χαρίσουν ή να μας την δωρίσουν. Εμείς, που τα παιδιά μας δουλεύουν για να σπουδάσουν και σπουδάζουν για να βρούν εργασία αξιοπρέπειας σε μια χώρα προηγμένη χωρίς καταχραστές, μιζαδόρους και ψευτο- Θόδωρους. Εμείς, που σκεπτόμαστε να πάμε λίγες ημέρες διακοπές. Ο δικός μας τηλεοπτικός χρόνος δεν είναι 100 ώρες σαν αυτές του διευθυντικού στελέχους της ΒP. Ο χρυσοπληρωμένος σύμβουλος, στην ανάπαυλα της λύσης που δεν έδωσε σε αυτή την οικολογική τραγωδία, ταξιδεύει με ιστιοφόρο που πλέει σε καθαρά θαλασσινά νερά, μακριά από την οσμή της πετρελαιοκηλίδας που καταστρέφει ακτές ολόκληρες. Πώς μπορεί και κοιμάται αυτός ο άνθρωπος άραγε?
Εμείς, που θα περιμένουμε 3 χρόνια για ένα εφάπαξ άτοκο και κουτσουρεμένο, τη στιγμή που οι τράπεζες ασυγκίνητες και αδιάφορες δεσμεύουν σπίτια για χρέη λίγων ευρώ. Εμείς, που το πολιτικό κόστος κάποιων δειλών, σταλάζει πίκρες στις αγωνιώσες καρδιές μας.
Αλλά αυτό το «εμείς», είναι η ελπίδα. Θα στερηθούμε κάποια αγαθά, αλλά δεν θα στερήσουμε την ανθρωπιά μας σε όσους την έχουν ανάγκη. Θα οργανώσουμε τη ζωή μας κατά τρόπο αναγκαίο, λειτουργικό, αλληλέγγυο. Όταν προσφέρεις, χαίρεσαι και όταν χαίρεσαι, υπάρχεις. Αυτό το λυτρωτικό συναίσθημα, είναι δικό μας. Το αποθηκεύουμε μέσα μας σαν φωτεινό οδηγό. Δεν το υποθηκεύουμε στις σειρήνες του ψέμματος, της προχειρότητας, της κλοπής, της δωρεάν λύσης.
Θέλετε την ψήφο μας κύριοι;
Ελάτε να την πάρετε.
?

Προηγούμενο άρθροΔεν θέλω να την πληρώσω, πάλι μόνο εγώ!
Επόμενο άρθροΟι υπογειοποιημένοι κάδοι και η κακή και υστερόβουλη κριτική

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.