Την περασμένη Κυριακή βρέθηκα στο νέο μουσείο της Ακρόπολης. Κόσμος πολύς, είσοδος ελευθέρα. Φως, πολύ φως. Παντού διάφανο γυαλί. Πάνω σε ψηλά βάθρα διάσπαρτοι στις απλόχωρες αίθουσες οι θησαυροί της Ακρόπολης, που πιο μπροστά ήταν καταχωνιασμένοι στο χαμηλοτάβανο παλιό μουσείο. Τώρα υπάρχει άφθονος χώρος και φως.
Τα αγάλματα της ζωοφόρου του Παρθενώνα μπορείς τώρα να τα δεις στο ύψος των ματιών σου. Τώρα οι Καρυάτιδες δεν έχουν μόνο πρόσοψη στην ματιά του επισκέπτη, όπως παλιά στο Ερεχθείο. Τώρα η πίσω πλευρά τους είναι ορατή. Για πρώτη φορά είδα την πίσω όψη τους με την πλούσια κώμη που φτάνει μέχρι τη μέση τους. Οι βόστρυχοι να χαϊδεύουν την γυμνή πλάτη τους, που την αφήνει να φανεί ο χιτώνας με τις ολοζώντανες πτυχές του. Μόνο να θαυμάσει κανείς τις Καρυάτιδες απ΄ όλες τις μεριές τους, αξίζει να επισκεφτεί το νέο μουσείο της Ακρόπολης.
Τα αγάλματα στις μεγάλες αίθουσες τοποθετημένα σε ψηλές βάσεις. Οι κόρες της Ακρόπολης με το αδιόρατο χαμόγελο. Η Αθηνά άλλοτε σύννους και άλλοτε απειλητική με τα φίδια της αιγίδας της έτοιμα να δαγκώσουν.
Τα παριανά μάρμαρα να λάμπουν και τα σκαλισμένα ψηφίσματα να μαρτυρούν την οργανωμένη Αθηναϊκή Δημοκρατία, την πρώτη δημοκρατία του κόσμου.
Από την ποιητική μου συλλογή «ΧΥΤΑ ΚΑΙ ΣΜΙΛΕΜΕΝΑ» παραθέτω τα ποιήματα που γράφτηκαν για αγάλματα του Μουσείου της Ακρόπολης.
Καρυάτιδες
Κόρες των Καρυών,
είρωνες αρχιτέκτονες κολώνες σας εκάνανε,
όταν μηδίσαν οι δικοί σας για να σας ταπεινώσουνε.
Κι εσείς αιχμάλωτες κρατώντας στα κεφάλια σας ναούς,
ψηλόκορμες, γεροδεμένες, πάνσεμνες,
πιο σοβαρές και από κολώνες δωρικές,
τη χλεύη μετατρέψατε σε θαυμασμό
και σύμβολο άξιο γίνατε της κλασσικής Ελλάδας.
Αθηνά σύννους
Πολεμόχαρη κόρη του Δία
με τη φιδοπλεγμένη αιγίδα στους ώμους,
την βαριά ασπίδα
και το δόρυ στραμμένο εμπρός.
στέκεσαι τώρα ξυπόλητη
με το κεφάλι γερμένο
ακουμπώντας στο δόρυ
με την αιχμή του στο χώμα
και διαβάζεις ονόματα
χαραγμένα σε επιτύμβια στήλη.
ΚΟΡΕΣ
Κόρες της Αθήνας, κόρες της Ακρόπολης
με τ΄ αμυγδαλωτά τα μάτια
τους πλούσιους τους βοστρύχους
και τους πολύπτυχους ιωνικούς χιτώνες.
Κόρες της κλασσικής Ελλάδας,
που τ’ αχνά χαμογελά σας
δεν κρύβουν το μεγάλο σας παράπονο,
ότι άλλο δικαίωμα, απ΄ τη γέννηση
ηρώων και σοφών δεν είχατε κανένα.